Δημήτρης Χορν: Ο αριστοκράτης του θεάτρου, ο έρωτας με τη Λαμπέτη και το τέλος
Back To the Future

Δημήτρης Χορν: Ο αριστοκράτης του θεάτρου, ο έρωτας με τη Λαμπέτη και το τέλος

Γοητευτικός, έξυπνος, καλλιεργημένος. Ο Δημήτρης Χορν ήταν γνωστός όχι μόνο για το ταλέντο του, αλλά και για τον ανεπιτήδευτο αριστοκρατικό του αέρα.

Αρνήθηκε να υποδυθεί τον «λαϊκό τύπο» που έπαιζαν πολλοί ηθοποιοί της εποχής. Ήταν επιλεκτικός και εξαιρετικά απαιτητικός — πρώτα από τον εαυτό του.

Βραβείο Χορν: Όσα ξέρουμε για τους φετινούς υποψήφιους και τη μεγάλη απονομή!

dimitris-xorn-(10).jpg

Γεννήθηκε το 1921 στην Αθήνα, γιος του θεατρικού συγγραφέα Παντελή Χορν. Η τέχνη ήταν στο αίμα του, αλλά ποτέ δεν ένιωσε γόνος — μόνο φιλότιμος. Τελειομανής, αυστηρός, λάτρης του μέτρου και της λεπτομέρειας, θεωρούσε το θέατρο ιερό και τον κινηματογράφο... περιστασιακό φλερτ.

Καριέρα

Παρά την τεράστια επιτυχία του στο θέατρο και στον κινηματογράφο, η φιλμογραφία του είναι μικρή. Έπαιξε μόνο σε 7 ταινίες, όλες κλασικές:
«Μια ζωή την έχουμε» (1958) — ως τραπεζικός υπάλληλος που μεταμορφώνεται σε μοιραίο άντρα για να ζήσει έστω και για λίγο.
«Το κορίτσι με τα μαύρα» (1956) — σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη, με τη Μελίνα Μερκούρη.
«Αλίμονο στους νέους» (1961) — μια αλληγορία για τη νεότητα και τον χρόνο, βασισμένη στον «Φάουστ».

dimitris-xorn-(4).jpg

Αριστοκρατικός, απρόσιτος, σαρκαστικός και γοητευτικός. Ο Δημήτρης Χορν δεν ήταν απλώς ηθοποιός. Ήταν η στάση ζωής ενός ανθρώπου που αρνήθηκε να ξεπουλήσει το ταλέντο του στη συνήθεια. Και ίσως αυτό να ήταν και η κατάρα του.

Χορν-Λαμπέτη: Μια αγάπη σαν έργο σε τρεις πράξεις

Γνωρίστηκαν στο Εθνικό Θέατρο το 1946, στα χρόνια που το ελληνικό θέατρο αναζητούσε ανανέωση και πρόσωπα νέας πνοής. Ο Χορν ήταν ήδη ανερχόμενος και περιζήτητος, με φινέτσα και αυτοέλεγχο. Η Λαμπέτη — νέα, ντροπαλή, σχεδόν αέρινη — έφερνε μια μοναδική εσωτερική δύναμη στη σκηνή. Το κοινό τους ντεμπούτο έγινε με το έργο «Το Τρίτο Στεφάνι» του Ταχτσή (σε δραματοποίηση), και συνέχισαν με δεκάδες επιτυχίες.

dimitris-xorn-(9).jpg

Πολύ γρήγορα έγιναν το πιο λαμπρό ζευγάρι του ελληνικού θεάτρου — και της κοσμικής Αθήνας. Έξω από τη σκηνή, ερωτεύτηκαν με τον ίδιο ρυθμό που έπαιζαν: σιωπηλά, αβίαστα, απόλυτα. Έζησαν μαζί για αρκετά χρόνια — μια σχέση έντονη, αλλά ποτέ ήρεμη.

Ο Χορν, βαθιά εσωστρεφής, ζητούσε πειθαρχία, έλεγχο, ρυθμό. Η Λαμπέτη ήταν συναισθηματική, εύθραυστη, ανήσυχη. Είχαν και οι δύο τραύματα: ο Χορν από την απώλεια του πατέρα του και τον εσωτερικό του κόσμο, η Λαμπέτη από τον πρόωρο θάνατο της μητέρας της και μια διαρκή αίσθηση ελλείμματος.

Τα χρόνια της σχέσης τους συνέπεσαν με τη χρυσή περίοδο του ελληνικού θεάτρου: «Η Μαρίνα», «Η κυρία με τις Καμέλιες», «Ο Γυάλινος Κόσμος». Το κοινό τους λάτρευε — αλλά πίσω από τα φώτα, οι συγκρούσεις ήταν καθημερινές.

Η πίεση της δουλειάς, οι διαφορές χαρακτήρων και η βαθιά ανάγκη της Λαμπέτη για συναισθηματική φροντίδα που δεν έπαιρνε, δημιούργησαν αποστάσεις. Εκείνος την αγαπούσε με το μυαλό. Εκείνη τον αγαπούσε με το σώμα και την ψυχή.

Ο χωρισμός ήρθε στις αρχές της δεκαετίας του ’50, όχι ξαφνικά, αλλά σαν αποδοχή μιας μακράς φθοράς. Η Λαμπέτη ερωτεύτηκε τον Αλέκο Αλεξανδράκη, ενώ ακόμα ήταν με τον Χορν. Ο Χορν δεν το σχολίασε ποτέ δημόσια — ούτε και η ίδια η Λαμπέτη. Όμως οι φίλοι τους μιλούσαν για βαθιά απογοήτευση από την πλευρά του, και ενοχή από τη δική της.

Εκείνος αφοσιώθηκε στο θέατρο, αποτραβήχτηκε από τις δημόσιες εξομολογήσεις. Εκείνη έζησε μια θυελλώδη και δύσκολη ζωή, με ασθένειες, ανασφάλεια, αλλά πάντα με εκείνη τη φλόγα που κάποτε είχε λατρέψει ο Χορν. Ποτέ δεν ξαναμίλησαν αρνητικά ο ένας για τον άλλον. Αντιθέτως, παρέμεινε σεβασμός και μια σκιά από ό,τι θα μπορούσε να είχε υπάρξει.

dimitris-xorn-(3).jpg

Ο Χορν είπε κάποτε σε φίλο του:
«Η Έλλη ήταν ένα παιδί που ήθελε να αγαπηθεί και δεν ήξερε πώς. Κι εγώ, δεν ήξερα πώς να της το δείξω».

Ίσως αυτή η σχέση να μην άντεχε στο βάρος της πραγματικότητας, ακριβώς γιατί ήταν φτιαγμένη από ύλη θεάτρου — λαμπερή, φευγαλέα, αληθινή και ψεύτικη μαζί.

Το τέλος

Από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, ο Χορν είχε αποσυρθεί πλήρως από τη δημόσια ζωή. Ο θάνατος της συζύγου του, Άννας Γουλανδρή, το 1988, τον σύντριψε ψυχικά. Όσοι τον ήξεραν λένε πως «πέθανε λίγο τότε και πολύ αργά μετά».

dimitris-xorn-(1).jpg

Την τελευταία δεκαετία της ζωής του, υπέφερε από καρκίνο στον λάρυγγα, ασθένεια που του στέρησε σταδιακά την ομιλία — το πιο δυνατό του όργανο. Για έναν ηθοποιό σαν τον Χορν, που ζούσε από τη φωνή και την εκφορά της λέξης, αυτό ήταν μια υπαρξιακή δοκιμασία.

Ζούσε πλέον έγκλειστος στο σπίτι του στην Αθήνα, δεχόμενος ελάχιστους φίλους. Με τον καιρό, δεν μιλούσε καθόλου. Δεν ήθελε να τον θυμούνται έτσι. Σχεδόν κανείς δεν τον είδε τα τελευταία του χρόνια.

Πέθανε στις 16 Ιανουαρίου 1998, σε ηλικία 77 ετών. Η κηδεία του έγινε σε στενό κύκλο, όπως επιθυμούσε. Δεν υπήρξαν λόγοι ή δημοσιεύματα με στόμφο. Ο ίδιος είχε ζητήσει να μη γίνει φασαρία.

Το κενό που άφησε, ωστόσο, ήταν βαρύ. Γιατί με τον Χορν έκλεισε ένα κεφάλαιο της αστικής, ευγενικής, φιλοσοφημένης Ελλάδας του πολιτισμού.

Τελευταία του λέξη στον Τύπο:
«Αν ξαναγεννιόμουν, δεν θα ήθελα να γίνω ηθοποιός. Θα ήθελα να είμαι ένας άνθρωπος που θα μπορούσε να ξεχάσει».

Ίσως τελικά, το μεγαλύτερο ταλέντο του Δημήτρη Χορν να μην ήταν η υποκριτική — αλλά το πώς έκανε όλους εμάς να θυμόμαστε.

Πηγή: Λοιπόν

Διαβάστε επίσης:

DPG NETWORK

©2010-2025 Gossip-tv.gr - All rights reserved