Σαν σήμερα «έφυγε» ο Στέλιος: Η απλότητα ενός μύθου που τραγούδησε τον πόνο & την προσφυγιά
Υπήρξαν φωνές που τραγούδησαν. Κι άλλες που διασκέδασαν. Αλλά υπήρξε και μια φωνή που πόνεσε μαζί με τον κόσμο. Που κουβάλησε στην πλάτη της το βάρος μιας χώρας που πάλευε να σταθεί όρθια, και το έκανε τραγούδι. Αυτή ήταν η φωνή του Στέλιου Καζαντζίδη.
Γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου 1931, στη Νέα Ιωνία, από μια οικογένεια προσφύγων. Η μητέρα του είχε έρθει από τη Μικρά Ασία κουβαλώντας μαζί της τη θλίψη του ξεριζωμού και τα τραγούδια της παλιάς πατρίδας.
Όταν η Καίτη Γκρέυ μίλησε για την εγκυμοσύνη της από τον Στέλιο Καζαντζίδη – Όσα είχε αποκαλύψει
Ο μικρός Στέλιος μεγάλωνε μέσα σ’ αυτό το πνιγηρό μείγμα φτώχειας και νοσταλγίας, που λίγο λίγο του χάρισε κάτι σπάνιο: μια φωνή βαθιά, πονεμένη, γεμάτη ψυχή.
Την τέχνη του τραγουδιού, όπως έλεγε, την έμαθε ακούγοντας τη γιαγιά του. Από εκείνη έκλεψε τις ανάσες, τα τσακίσματα, το «κλάμα» της φωνής. Ώσπου μια μέρα, το αφεντικό του στο εργοστάσιο της Νέας Ιωνίας, βλέποντας ότι δεν έχει μπροστά του έναν εργάτη σαν όλους τους άλλους, του χάρισε μια κιθάρα. Ένα δώρο που άλλαξε για πάντα τη ζωή του.
Πρώτη του εμφάνιση, ένα μικρό πάλκο στην Κηφισιά, το 1950. Δύο χρόνια αργότερα, μπήκε στο στούντιο της Columbia για να ηχογραφήσει το πρώτο του τραγούδι. Δεν ήταν επιτυχία. Αλλά με το δεύτερο, «Οι βαλίτσες», έκανε την αρχή. Και από εκεί, ξεδιπλώθηκε μια πορεία που δεν θύμιζε καριέρα – έμοιαζε περισσότερο με λαϊκή αποστολή.
Ο Στέλιος και η Βάσω την ημέρα του γάμου τους το 1982.
Συνεργάστηκε με όλους τους μεγάλους της εποχής: Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Καλδάρα, Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Λοΐζο. Δίπλα του, για πολλά χρόνια, και δύο σπουδαίες γυναίκες: πρώτα η Καίτη Γκρέυ και ύστερα η Μαρινέλλα – με την οποία παντρεύτηκαν το 1966. Αν και ο γάμος τους δεν κράτησε, ο σεβασμός και η φιλία τους δεν έσβησαν ποτέ. Αργότερα, στη ζωή του μπήκε η Βάσω. «Θησαυρό» τη χαρακτήριζε ο ίδιος.
Η δεκαετία του ’60 ήταν το απόγειο. Ο Καζαντζίδης δεν έγινε απλά δημοφιλής. Έγινε λαϊκός ήρωας. Μιλούσε με τα τραγούδια του για εκείνους που δεν είχαν φωνή – εργάτες, μετανάστες, αγρότες, φτωχούς. Κάθε του λέξη έβγαινε σαν εξομολόγηση. Κι ο κόσμος τον άκουγε, όχι ως τραγουδιστή απλά, αλλά σαν έναν από τους δικούς του ανθρώπους.
Κι όμως, στο αποκορύφωμα της δόξας του, το 1965, μόλις στα 34 του χρόνια, πήρε τη μεγάλη απόφαση: αποσύρθηκε από τα νυχτερινά κέντρα. Δεν ξανατραγούδησε ποτέ ζωντανά. Ο λόγος; Γιατί πίστευε πως το τραγούδι έπρεπε να διαφυλάσσεται, να μην ευτελίζεται. Για πολλά χρόνια, η μόνη του επαφή με τον κόσμο ήταν οι δίσκοι του – και ούτε αυτοί δεν κυκλοφορούσαν εύκολα, εξαιτίας της διαμάχης του με τη δισκογραφική του εταιρεία.
Χρειάστηκε να περάσουν 12 ολόκληρα χρόνια για να επιστρέψει στη δισκογραφία. Ήταν το 1987. Η φωνή του είχε ωριμάσει – είχε γίνει σχεδόν προφητική. Με τη βοήθεια σπουδαίων δημιουργών όπως ο Αντώνης Βαρδής, ο Λευτέρης Χαψιάδης, η Σώτια Τσώτου, «ξαναμίλησε» στο κοινό του. Και τι είπε; «Έρχονται χρόνια δύσκολα». Σαν να ήξερε.
Άκης Πάνου για Καζαντζίδη: «Όλους τους τραγουδιστές να τους βάλουμε σε ένα καζάνι, μισό Καζαντζίδη δεν βγάζουν. Μεγάλες φίρμες υπάρχουν, μεγάλοι τραγουδιστές όχι»
Ο Στέλιος Καζαντζίδης έφυγε από τη ζωή στις 14 Σεπτεμβρίου 2001, νικημένος από τον καρκίνο. Ήταν 70 ετών. Μα η φωνή του δεν έσβησε ποτέ. Σήμερα, 24 χρόνια μετά την απώλειά του, συνεχίζει να συγκινεί. Να παίζει στα ραδιόφωνα των φορτηγών, στα μαγαζιά, στις μνήμες των ανθρώπων. Γιατί ο Καζαντζίδης δεν ήταν απλά τραγουδιστής. Ήταν φωνή λαού. Και η φωνή του λαού δεν πεθαίνει ποτέ.