Δήμητρα Αντωνακούδη: Ο ρόλος ως Μαίρη Λίντα στο ΚΘΒΕ και η καθοδήγηση από τον γιο του Μανώλη Χιώτη
Η Δήμητρα Αντωνακούδη έχει ένα πλουσιότατο βιογραφικό και ήδη έχει αρχίσει να κερδίζει έδαφος στον χώρο της υποκριτικής και της μουσικής.
Ήταν λοιπόν η κατάλληλη για να ενσαρκώσει στο θέατρο τη Μαίρη Λίντα, σε μία παράσταση έκπληξη που ανέβηκε από το ΚΘΒΕ.
Η απώλεια της Γκρέυ της δίνει τον τίτλο της μεγαλύτερης εν ζωή Ελληνίδας τραγουδίστριας, στα 97 της
Με σπουδές τόσο στο θέατρο, όσο και στο κομμάτι της μουσικής αλλά και απόφοιτη της Φιλοσοφική Σχολής του Α.Π.Θ. η Δήμητρα Αντωνακούδη εδώ και λίγα χρόνια προσθέτει όλο και πιο λαμπρές συνεργασίες στο βιογραφικό της άλλοτε με την Ξένια Καλογεροπούλου στο θέατρο και άλλοτε με τον Κώστα Μακεδόνα και τον Βασίλη Λέκκα στις μουσικές σκηνές. Η ίδια, μιλώντας αποκλειστικά στο gossip-tv εξηγεί πώς κατάφερε να προσεγγίσει έναν θρύλο του ελαφρολαϊκού τραγουδιού όπως είναι η Μαίρη Λίντα, μιλάει για τη γνωριμία της και την μελέτη του ρόλου της μέσα από τα μάτια του γιου του Μανώλη Χιώτη, του Διαμαντή Χιώτη και με χαρά μάς μυεί στον δικό της μουσικό κόσμο μέσα από το τραγούδι της με τίτλο «Είναι τα λόγια»...
Ακροβατείτε ανάμεσα στην υποκριτική και το τραγούδι. Ποιες από τις δύο τέχνες σάς έχει κερδίσει περισσότερο;
Πιστεύω πως η υποκριτική και το τραγούδι είναι τέχνες που συναντιούνται, αλληλοεπιδρούν και συνοδοιπορούν ή έστω δανείζονται στοιχεία η μια από την άλλη. Γι’ αυτό δεν αισθάνομαι πως ακροβατώ ανάμεσά τους αλλά πως υιοθετώ στοιχεία και από τις δύο τέχνες είτε ανεβαίνω σε θεατρική είτε σε μουσική σκηνή. Για μένα κάθε τραγούδι είναι η αφήγηση μιας ιστορίας και κάθε θεατρικό κομμάτι είναι μια μουσική παρτιτούρα που πρέπει να εκτελεστεί με ποικίλα ηχοχρώματα, αυξομειώσεις έντασης και ταχύτητας, παύσεις, εναλλαγές διαθέσεων αλλά κυρίως με αλήθεια. Η αλήθεια είναι η κοινή συνισταμένη της υποκριτικής και του τραγουδιού, είναι αυτή που μας συνδέει με το κοινό. Στην ευτυχή συγκυρία να βρίσκομαι σε σκηνή που οι δυο τέχνες συναντιούνται, νιώθω πραγματικά πλήρης.
Έχετε ένα αξιοζήλευτο βιογραφικό και ήδη πολύ σημαντικές συνεργασίες. Θεωρείτε ότι οι γνώσεις σας αποτελούν το «όπλο» σας για την πορεία σας στον καλλιτεχνικό χώρο;
Οι γνώσεις που αποκομίζει κανείς από τις σπουδές είναι πολύ σημαντικά εφόδια για να ξεκινήσει και οι σημαντικές συνεργασίες λειτουργούν θα λέγαμε ως «διαπιστευτήρια» για να τον εμπιστευτούν και να συνεχίσει. Θεωρώ όμως μεγαλύτερα «όπλα» για να προχωρήσει κανείς στον καλλιτεχνικό χώρο την εργατικότητα, τη συνεργατικότητα, τις ώρες προσωπικής μελέτης, τον ενθουσιασμό που έχει κάθε φορά που ξεκινάει ένα νέο project, τη σεμνότητα με την οποία καταπιάνεται με κάθε δουλειά σαν να είναι η πρώτη του δουλειά, τη στοχοπροσήλωση, την εκτίμηση που τρέφουν για κείνον οι συνεργάτες του, τα «ανοιχτά μάτια» του να παρατηρεί τους συνεργάτες του, τα «ανοιχτά αυτιά» του να αφουγκράζεται κάθε γνώμη κι έπειτα να τη φιλτράρει, το πάθος και την ενέργεια που έχει πάνω στη σκηνή, τη σύνδεση με το κοινό και τέλος τα προσωπικά του βιώματα που είναι η μεγαλύτερη προίκα του και που μ’ έναν μεταφυσικό τρόπο κατατίθενται επί σκηνής.
Είχατε τον ρόλο της Μαίρης Λίντα στο ΚΘΒΕ στην παράσταση Manolis/Καρδιά σε τέσσερις χορδές, παράσταση βιογραφική όπως υποδεικνύει και ο τίτλος της. Μιλήστε μας για αυτή τη δουλειά…
Νιώθω πολύ ευγνώμων γι’ αυτή τη δουλειά κι ευχαριστώ τη σκηνοθέτιδα Ιόλη Ανδρεάδη που μου εμπιστεύτηκε τον τόσο απαιτητικό ρόλο. Είναι ένα έργο που συνέγραψαν η Ιόλη Ανδρεάδη με τον Άρη Ασπρούλη βασιζόμενοι στις μαρτυρίες του Διαμαντή Χιώτη, γιου του Μανώλη Χιώτη και στο υλικό που συγκέντρωσε και τους εμπιστεύτηκε ο δημοσιογράφος Δημήτρης Μανιάτης. Το έργο αντιμετωπίζει τη ζωή του τόσο σπουδαίου συνθέτη και δεξιοτέχνη μουσικού με σεβασμό και διακριτικότητα φωτίζοντας πρόσωπα και γεγονότα που διαμόρφωσαν την προσωπικότητά του και καθόρισαν τη ζωή του. Στο έργο αυτό, σημαίνοντα πρόσωπα για τον Μανώλη Χιώτη αφηγούνται σε α’ ενικό και τόνο εξομολογητικό τη δική τους αλήθεια που συναντιέται με την αλήθεια του Μανώλη, αλήθεια που αποκαλύπτει μια καρδιά ερωτευμένη, προδομένη, μελαγχολική, τραυματισμένη μα τολμηρή, πρωτοπόρα και πάντα τίμια και ανθρώπινη, καρδιά που εναπόθεσε σε τέσσερις χορδές για να τη χαρίσει απλόχερα στην αιωνιότητα. Φυσικά όλη η παράσταση διανθίζεται από τα τραγούδια του Χιώτη που προκύπτουν οργανικά αναδεικνύοντας το βίωμα που είχε ο Χιώτης και τον έκανε να εμπνευστεί το κάθε τραγούδι. Είναι αυτές οι υπέροχες στιγμές όπου υποκριτική και τραγούδι συναντιούνται και χτίζουν από κοινού ένα αποτέλεσμα κι από αυτές τις ευτυχείς συγκυρίες που συναντιέσαι με υπέροχη ομάδα ηθοποιών: τον Γιάννη Καραμφίλη, τον Χρίστο Στυλιανού, την Ελένη Θυμιοπούλου, τη Φωτεινή Τιμοθέου, τον Χρήστο Μαστρογιαννίδη, τον Ηλία Μπερμπέρη, τον Γιώργο Σφυρίδη, τον Μανώλη Φουντούλη και μουσικών: τον Παύλο Παφρανίδη, τον Βαγγέλη Καλαμάρα, τον Σπύρο Μελισσανίδη, τον Σταύρο Κρομμύδα και την Κατερίνα Σεγκούνα-Πλιόγκου που κάνουν την παράσταση αληθινή γιορτή.
Ήταν δύσκολο να προσεγγίσετε μία τόσο μεγάλη καλλιτέχνη όπως η Μαίρη Λίντα;
Ήταν πολύ απαιτητικός ρόλος τόσο σε τραγουδιστικό όσο και σε υποκριτικό επίπεδο. Είναι δύσκολα τα τραγούδια του Χιώτη. Παντρεύουν την Ανατολή με τη Δύση. Είναι τραγούδια που πατούν σε ανατολίτικους δρόμους και ταυτόχρονα κινούνται σε ρυθμούς mambo, salsa κλπ. Έτσι, έπρεπε να μελετήσω δρόμους ουσάκ και χιτζάζ και την ίδια στιγμή ρυθμούς latin. Ταυτόχρονα, έπρεπε να μελετήσω τον τρόπο ερμηνείας της σπουδαίας Μαίρης Λίντα που από μόνος του είναι σχολή: ο τρόπος που φραζάρει, που χαϊδεύει τις νότες, που περνά τα διαστήματα, που χειρίζεται το γλυκό vibrato της, που εννοεί τις λέξεις, που μοιράζεται απλόχερα το τραγούδι με τον κόσμο με την εκφραστικότητα και τη λάμψη της. Σε επίπεδο υποκριτικής, έπρεπε να φανούν οι διαφορετικές πτυχές της: η αθωότητά της, το μπρίο της, η γοητεία της, η πληθωρικότητά της, η αγάπη της για τον Μανώλη της μα πάνω απ’ όλα η αυθεντικότητά της και η αλήθεια της. Δεν ξέρω τι απ’ όλα αυτά μπόρεσε να περάσει στο κοινό. Ελπίζω όμως να γνώρισαν λίγο καλύτερα την ιστορία της.
Πώς «διηγείται» η παράσταση τη σχέση της με τον Μανώλη Χιώτη; Όπως έχει αποκαλύψει και η ίδια, έφτασαν στον χωρισμό λόγω σοβαρών προβλημάτων ανάμεσά τους. Το βλέπουμε αυτό επί σκηνής;
Στην παράσταση φαίνονται σε αδρές γραμμές η γνωριμία τους, ο έρωτάς τους, η επιτυχία τους, τα σύννεφα της σχέσης τους και το μοιραίο τέλος τους όπου ο Μανώλης Χιώτης και η Μαίρη Λίντα υπερασπίζεται ο καθένας τη δική του αλήθεια. Από την πλευρά της η Μαίρη Λίντα εξομολογείται όσα δεν μπόρεσε να του πει όσο ήταν μαζί κι αυτό που είναι πολύ συγκινητικό είναι η ευγνωμοσύνη που νιώθει για κείνον και που μένει ως επίγευση μετά την όλη διαδρομή της. Η ζωή της, όπως η ίδια η Μαίρη Λίντα έχει αποκαλύψει σε κατά καιρούς συνεντεύξεις της, υπήρξε αρκετά δύσκολη σε κάποιες φάσεις.
Αυτές αποτυπώνονται επί σκηνής ή πρόκειται μόνο για την καλλιτέχνη Μαίρη Λίντα;
Το ενδιαφέρον σε αυτή την παράσταση είναι πως δεν αντικρίζουμε μόνο τη λαμπερή πλευρά της καλλιτέχνιδος Μαίρης Λίντα αλλά την πιο γήινη, ανθρώπινη πλευρά της. Μ’ έναν εξομολογητικό μονόλογο που μας φέρνει στο παρόν της, καθώς ο χρόνος δεν κινείται γραμμικά αλλά παρελθόν, παρόν και μέλλον τέμνονται, βλέπουμε τη γυναίκα πίσω από τα φώτα να αποκαλύπτει τα πιο βαθιά της συναισθήματα. Πονά, λυγίζει, θυμώνει, ουρλιάζει, συγχωρεί, ελπίζει, ονειρεύεται, συγκινείται μα πάνω απ’ όλα αγαπά.
Είχατε τη δυνατότητα να μιλήσετε μαζί της για να πάρετε κάποιες συμβουλές ή να καταφέρετε να την προσεγγίσετε όσο καλύτερα γινόταν;
Δυστυχώς δεν είχα τη δυνατότητα να μιλήσω μαζί της. Διάβασα όμως και άκουσα πάρα πολλές συνεντεύξεις της, συγκέντρωσα πολύ υλικό από φωτογραφίες κι εφημερίδες της εποχής, άκουσα πάρα πολλά τραγούδια της προσπαθώντας να τη γνωρίσω, να τη μελετήσω και να την προσεγγίσω όσο καλύτερα γινόταν. Μετά από όλη αυτή την έρευνα και μελέτη, το ζητούμενο, σύμφωνα με τη γραμμή της σκηνοθέτιδος Ιόλης Ανδρεάδη ήταν όχι να την μιμηθώ αλλά να αφηγηθώ την ιστορία της για να γνωρίσει το κοινό αυτό το μεγάλο κεφάλαιο της ζωής του Μανώλη Χιώτη. Έτσι μέσα από πόζες της που βρήκαμε σε φωτογραφίες και υιοθέτησα στην κίνησή μου, προσπαθήσαμε να χτίσουμε το gestus της προκειμένου να αποδώσουμε στυλιζαρισμένα την κίνησή της. Θεωρώ πως αυτό ήταν ένας τρόπος να προστατευτεί και ο ρόλος από οποιαδήποτε προσπάθεια μίμησης αλλά και ο ηθοποιός από οποιαδήποτε έκθεση σ’ έναν τόσο δύσκολο ρόλο.
Η Μαίρη Λίντα θεωρείται ένας ζωντανός θρύλος του ελαφρολαϊκού τραγουδιού, καθώς έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του συγκεκριμένου είδους μουσικής. Θεωρείτε και εσείς το ίδιο;
Σαφώς. Υπήρξε πολύ σπουδαία ερμηνεύτρια κι η παρουσία της είναι ακόμη ζωντανή. Ερμήνευσε μοναδικά τραγούδια που ακούγονται ακόμη, κάποια μάλιστα σε ταινίες που προβάλλονται κι αγαπιούνται ακόμη κι έχει επηρεάσει πολλές τραγουδίστριες των επόμενων γενεών, όχι με την έννοια ότι τη μιμήθηκαν -οι ερμηνείες της είναι αξεπέραστες- αλλά με την έννοια ότι μελέτησαν τον τρόπο τοποθέτησης, άρθρωσης, εκφραστικότητας, κίνησής της και πάνω απ’ όλα την ενέργειά της και τον τρόπο που μπορεί να ακτινοβολεί. Πολλές μεγάλες Ελληνίδες τραγουδίστριες αναφέρουν πως έχουν επηρεαστεί από τον τρόπο ερμηνείας της.
Μιλήστε μας για το τραγούδι σας "Είναι τα λόγια" και τη συνεργασία με τον συνθέτη Δημήτρη Τσιβούλα.
Περίπου ένα χρόνο πριν ο Δημήτρης Τσιβούλας μου πρότεινε να ηχογραφήσουμε κάποια τραγούδια του που κινούνταν σε ελαφρολαϊκό, balkan και σύγχρονο παραδοσιακό ήχο. Ξεκινήσαμε με την ηχογράφηση του τραγουδιού «Είναι τα λόγια» που ξεκινά ως μπαλάντα αλλά εξελίσσεται σε ένα όμορφο ζεϊμπέκικο και που μιλά για όσα θέλουμε να πούμε στο τέλος μιας σχέσης αλλά δεν βρίσκουν τις λέξεις να ακουστούν. Η ηχογράφηση και ενορχήστρωση του τραγουδιού έγινε στο Music Factory Entertainment από τον Άγγελο Σαρόγλου σε παραγωγή της Inspire Productions ενώ το videoclip έγινε από το Prokopiou Studio. Ευχαριστώ όλη αυτή την ομάδα για το όμορφο αποτέλεσμα!
Πείτε μας κάτι που θα θέλατε να γνωρίζει το κοινό για εσάς;
Αυτή την περίοδο ετοιμάζουμε νέα τραγούδια και οργανώνουμε τις εμφανίσεις του καλοκαιριού. Ελπίζω κάπου να βρεθούμε είτε διαδικτυακά μέσα από τα τραγούδια που ετοιμάζουμε είτε ζωντανά σε κάποια συναυλία.