40 χρόνια χωρίς τον Λάμπρο Κωνσταντάρα - Οι σπουδαίοι ρόλοι, οι δύο γάμοι και το πικρό τέλος!
Στο ελληνικό θέατρο και σινεμά, υπήρξαν μορφές που καθόρισαν εποχές. Ένας απ’ αυτούς – αναμφίβολα – ήταν ο Λάμπρος Κωνσταντάρας.
Ένας ηθοποιός που, με αριστοκρατική φινέτσα, χιούμορ, ευφυΐα και μια σπάνια γοητεία, κατάφερε να αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα του τόσο στις καρδιές των θεατών όσο και στην ιστορία της ελληνικής υποκριτικής τέχνης.
Καλουτά: 15 χρόνια χωρίς την "Βασίλισσα της Επιθεώρησης"- Ο δεσμός με τον Κωνσταντάρα και η καριέρα
Αν και έγινε γνωστός και αγαπητός από τις κλασικές ελληνικές κωμωδίες, δεν περιορίστηκε ποτέ στο είδος. Η σκηνή ήταν το πεδίο όπου ξεδίπλωσε όλες του τις υποκριτικές αποχρώσεις – από το Μολιέρο και τον Ντοστογιέφσκι, μέχρι τις πιο ανάλαφρες θεατρικές φόρμες της εγχώριας δραματουργίας.
Γεννημένος στην καρδιά της Αθήνας, στο Κολωνάκι, με ρίζες από την Πόλη και ανατροφή που θα έπλαθε έναν άνδρα με πειθαρχία, αισθητική και ευγένεια, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας δεν προοριζόταν εξ αρχής για τα φώτα της ράμπας. Το πεπρωμένο όμως τον οδήγησε στο Παρίσι, κι εκεί, σε μια τυχαία στιγμή, ήρθε η πρώτη του επαφή με τη σκηνή – που θα καθόριζε το υπόλοιπο της ζωής του.
Από τον Ζουβέ έως τη Βουγιουκλάκη, από τον Ντίνο Ηλιόπουλο έως τη Μαρίκα Κοτοπούλη, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας στάθηκε ισότιμος δίπλα στους κορυφαίους. Ερμήνευσε με την ίδια άνεση τον αυστηρό πατέρα, τον ερωτύλο εργένη, τον αμήχανο γραφειοκράτη, αφήνοντας πάντα χώρο για ανθρωπιά και συγκίνηση κάτω από το γέλιο.
Ένας καλλιτέχνης που δεν περιορίστηκε ποτέ σε έναν ρόλο, ούτε στη σκηνή ούτε στη ζωή. Με μία μακρά καριέρα και μια προσωπικότητα που συνδύαζε σπάνιο ήθος και πηγαία λάμψη, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας υπήρξε κάτι παραπάνω από ηθοποιός. Ήταν σύμβολο. Ένας πραγματικός πρεσβευτής του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου – από εκείνους που δεν αντικαθίστανται, μόνο θυμούνται με θαυμασμό.
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας είχε δύο αδελφές: την Αλεξάνδρα Κωνσταντάρα-Κωνσταντοπούλου και τη νεότερή του ηθοποιό Μήτση Κωνσταντάρα, η οποία έφυγε από τη ζωή έξι μήνες μετά τον θάνατό του, από καρδιακή ανακοπή, στον ύπνο της.
Από μικρή ηλικία, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έδειξε ενδιαφέρον για τον αθλητισμό. Υπήρξε αθλητής της ΑΕΚ, τερματοφύλακας στη Β' ομάδα κατά την περίοδο 1929-30 και συμμετείχε σε αγωνίσματα στίβου, όπως τα άλματα και οι δρόμοι ταχύτητας. Το 1930, κατόπιν επιμονής της οικογένειάς του και χωρίς να είναι δική του επιθυμία, κατατάχθηκε στη Σχολή Υπαξιωματικών Ναυτικού στην Κέρκυρα, από την οποία τελικά δραπέτευσε... κολυμπώντας. Με τη βοήθεια της οικογένειάς του απέφυγε το Ναυτοδικείο.
Το 1934, εστάλη σχεδόν αναγκαστικά στο Παρίσι για να σπουδάσει χρυσοχοΐα, με σκοπό να αναλάβει το οικογενειακό κοσμηματοπωλείο στην Αθήνα. Ωστόσο, εγκατέλειψε σύντομα τις σπουδές του και εργάστηκε σε διάφορες δουλειές, μέχρι που τον ανακάλυψε ο διάσημος Γάλλος σκηνοθέτης Λουί Ζουβέ σε θεατρική παράσταση όπου συμμετείχε ως κομπάρσος. Ο Ζουβέ τον ενέταξε στη δραματική σχολή του στο Théâtre de l'Athénée, από την οποία ο Λάμπρος Κωνσταντάρας αποφοίτησε με άριστα. Χάρη στον Ζουβέ, άρχισε τα πρώτα του βήματα στο επαγγελματικό θέατρο. Το καλοκαίρι του 1938 επέστρεψε στην Ελλάδα και ξεκίνησε επίσημα τη θεατρική του καριέρα.
Μία σπουδαία καλλιτεχνική διαδρομή
Για σαράντα χρόνια ο Λάμπρος Κωνσταντάρας διέπρεψε στο θέατρο, συμμετέχοντας σε 191 καταγεγραμμένες παραστάσεις ελληνικών και ξένων έργων. Εμφανίστηκε όχι μόνο στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη αλλά και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, στην Κύπρο, την Κωνσταντινούπολη και την Αλεξάνδρεια.
Η πρώτη του θεατρική εμφάνιση στην Ελλάδα ήταν το καλοκαίρι του 1938, με τον θίασο της κυρίας Κατερίνας, στο έργο Τα παράσημα της γριούλας του Φ. Μπάρυ. Η τελευταία του παράσταση δόθηκε τον χειμώνα του 1978, στο μιούζικαλ Τρελές επαφές ρωμέικου τύπου του Κώστα Πρετεντέρη, με συμπρωταγωνιστές τον Νίκο Ρίζο και τη Μάρω Κοντού.
Facebook / Λάμπρος Κωνσταντάρας
Χαρακτηρίστηκε ως ένας ηθοποιός με εξαιρετικό ρυθμό και σπάνια αίσθηση του θεατρικού χρόνου, με άριστη χρήση των εκφραστικών του μέσων.
Σε ό,τι αφορά την κινηματογραφική του καριέρα, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έγινε ευρέως γνωστός μέσα από την 7η Τέχνη, όπου συμμετείχε συνολικά σε 78 ελληνικές ταινίες. Παράλληλα, είχε εμφανιστεί σε τέσσερις ταινίες στη Γαλλία κατά τη δεκαετία του 1930 (Αν ξανανεβούμε προς τα Ηλύσια Πεδία, Σχολείο γυναικών, Κουρσάρος, ενώ η τέταρτη παραμένει άγνωστη) και σε μία ελληνική παραγωγή στην Αίγυπτο το 1950, για την οποία όμως, δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία.
Ξεχώρισε κυρίως στους ρόλους του ώριμου, πλούσιου και γυναικά χαρακτήρα, όπως στις ταινίες Ο άνθρωπος που έσπαγε πλάκα, Η βίλα των οργίων, Τι 30, τι 40, τι 50, αλλά και ως πατέρας σε ταινίες όπως Η Αλίκη στο Ναυτικό, Χτυποκάρδια στο θρανίο, Υιέ μου, υιέ μου. Η τελευταία του κινηματογραφική εμφάνιση ήταν το 1981 στην ταινία Ο Λαμπρούκος Μπαλαντέρ, σε σενάριο του γιου του, Δημήτρη, και του Πάνου Τσίρου.
Ο έρωτας με την Άννα Καλουτά και οι δύο γάμοι
Ως bon viveur, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας συχνά είχε στο πλευρό του, πριν τους δύο γάμους του, πολλές όμορφες γυναίκες. Για παράδειγμα, έζησε έναν μεγάλο έρωτα στο πλευρό της Άννας Καλουτά με την οποία από την πρώτη στιγμή που συναντήθηκαν άρχισαν τους τσακωμούς. Έπαιζαν μαζί στον θίασο της Κοτοπούλη και οι καβγάδες τους ήταν κυρίως για το θέατρο. «Μήπως είστε ερωτευμένοι;» τους έλεγε μεταξύ σοβαρού και αστείου μονίμως η Κοτοπούλη. Έξαλλοι και οι δύο απαντούσαν θυμωμένα... «Εγώ μ' αυτή την ψηλογαϊδούρα;» έλεγε ο Λάμπρος Κωνσταντάρας. «Εγώ μ' αυτόν τον άχαρο ψηλέα;» έλεγε η Καλουτά. Στην ερωτική τους σκηνή στην παράσταση, τα παθιασμένα φιλιά αρχικά ήταν ψεύτικα. Μέρα με τη μέρα, όμως, τα φιλιά έγιναν αληθινά. «Ωραία φιλάς» της είπε ένα βράδυ μετά την παράσταση ο Κωνσταντάρας. «Κι εσύ» του απάντησε η Καλουτά κι κάπου εκεί ένας έρωτας τρελός ξεκίνησε. Για την Άννα Καλουτά ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ήταν ο άντρας που αγάπησε πιο πολύ στη ζωή της και ο πρώτος άντρας που δόθηκε ερωτικά. Οι εποχές ήταν διαφορετικές, η μητέρα της ήταν πάντα παρούσα στη ζωή της και στην καριέρα της, οπότε ήταν δύσκολο να μπορέσει να βρεθεί ερωτικά με κάποιον. Κάποια στιγμή έμεινε έγκυος, η τύχη όμως της έπαιξε σκληρό παιχνίδι: Έχασε και τα δύο αγόρια από διπλή κύηση, αν και είναι αμφίβολο εάν θα τα κρατούσε, αφού δεν ήταν παντρεμένοι και οι εποχές ήταν πολύ διαφορετικές από τη σημερινή. Αν και αγαπούσε πολύ τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, δεν ήθελε να είναι ανύπαντρη μητέρα. Η σχέση τους κράτησε πέντε χρόνια, ενώ χρόνια μετά η Άννα Καλουτά εξομολογήθηκε ότι ποτέ της δεν αγάπησε άλλο άντρα με το ίδιο πάθος και την ίδια ένταση όπως τον Λάμπρο Κωνσταντάρα.
Το 1945, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας παντρεύτηκε την ηθοποιό Γιούλη Γεωργοπούλου, με την οποία απέκτησε έναν γιο, τον Δημήτρη Κωνσταντάρα — δημοσιογράφο, συγγραφέα και πρώην βουλευτή. Μαζί απέκτησαν δύο εγγόνια: την Παυλίνα (1974) και τον Λάμπρο (1979), ο οποίος εδώ και χρόνια πορεύεται στην ελληνική τηλεόραση με επιτυχία. Αν και χώρισαν από πολύ νωρίς (1949), το διαζύγιο εκδόθηκε μόλις το 1970. Ένα χρόνο αργότερα, το 1971, παντρεύτηκε τη Φιλιώ Κεκάτου. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στη Βάρκιζα, αποσυρμένος από το προσκήνιο λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας.
Τα προβλήματα υγείας και το πικρό τέλος
Από τη δεκαετία του 1970, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας υπέφερε από διαβήτη, χωρίς να προσέχει ιδιαίτερα τη διατροφή του. Το 1978 υπέστη διαβητική κρίση και λίγο αργότερα ένα εγκεφαλικό επεισόδιο, το οποίο του προκάλεσε ημιπληγία και προβλήματα στην ομιλία. Παρά τις δυσκολίες, επέστρεψε για μία τελευταία κινηματογραφική εμφάνιση το 1981, κερδίζοντας τον θαυμασμό των συναδέλφων του για την επαγγελματική του συνέπεια.
Με τον εγγονό του, Λάμπρο, λίγο πριν φύγει από τη ζωή.
lamproskonstantaras instagramΑργότερα ηχογράφησε και έναν δίσκο με 12 τραγούδια σε στίχους του γιου του, Δημήτρη αποδεικνύοντας το ταλέντο του και στο τραγούδι. Το 1983, όμως, υπέστη δεύτερο, βαρύτερο εγκεφαλικό, που τον καθήλωσε και επιδείνωσε σημαντικά την ομιλία και την κινητικότητά του. Έκτοτε έζησε απομονωμένος στο σπίτι του στη Βάρκιζα, με τον γιο του να είναι ο μοναδικός που τον επισκεπτόταν.
Η κατάσταση της υγείας του χειροτέρευσε ραγδαία και χρειάστηκε να νοσηλευτεί στο Ασκληπιείο Βούλας. Πέθανε στο σπίτι του στις 28 Ιουνίου 1985, σε ηλικία 72 ετών. Ο θάνατός του συγκλόνισε το πανελλήνιο και αποτέλεσε πρώτη είδηση. Η κηδεία του έγινε την επόμενη μέρα στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών, παρουσία πλήθους κόσμου.
Ο Δημήτρης Κωνσταντάρας, γιος του αξέχαστου ηθοποιού, με τα δύο του παιδιά, Παυλίνα και Λάμπρο Κωνσταντάρα.
Το 2008, το θέατρο στο Αιγάλεω ονομάστηκε «Θέατρο Λάμπρος Κωνσταντάρας» προς τιμήν του. Αργότερα, το θερινό θέατρο στον Κολωνό έλαβε το όνομά του, από κοινού με αυτό του Γιάννη Γκιωνάκη. Ωστόσο, η επόμενη δημοτική αρχή αποφάσισε —για αδιευκρίνιστους λόγους— να αλλάξει την ονομασία.