Η απίστευτη περιπέτεια της Ελένης Ροδά με το μαγαζί της: «Σάπισε το κτίριο και άρχισε να πέφτει!»
Η 78χρονη σήμερα Ελένη Ρόδα έγινε γνωστή με το τραγούδι των Μάνου Λοΐζου - Λευτέρη Παπαδόπουλου «Μη βροντοχτυπάς τις χάντρες», ενώ μετρά ξεχωριστές ερμηνείες γνωστών τραγουδιών που αγαπήσαμε μέσα από τον ελληνικό κινηματογράφο.
Η ίδια, μιλώντας στο Secret, ξεδιπλώνει άγνωστες πτυχές της ζωής της και αποκαλύπτει μία απίστευτη περιπέτεια που είχε με το μαγαζί που διατηρούσε μέχρι πρότινος.
Πρώτος της γάμος ήταν με τον Γιώργο Λευτεριώτη, τον ηθοποιό που ήταν παρτενέρ της Αλίκης Βουγιουκλάκη στην ταινία «Το ποντικάκι». Χώρισαν μετά τον πρώτο χρόνο. Έπειτα παντρεύτηκε τον Ανδρέα Καραντάνη (Ήβη Καραντάνη - Νερά Λουτρακίου) και, μετά τη γέννηση του παιδιού της, δεν την ενδιέφερε η καριέρα.
Τελευταία φορά την είχα συναντήσει στο κατάστημα που διατηρούσε στο Φάληρο. Οικογενειακή ταβέρνα, με μουσική, όπου τραγουδούσε η ίδια.
«Το μαγαζί μου το έκλεισε η Πολεοδομία, επειδή άρχισε να πέφτει. Όταν πρωτολειτούργησε, ανήκε σε έναν κύριο που το άφησε στον Οίκο Τυφλών. Αυτοί το άφησαν επίτηδες να πέσει! Τους ζήτησα να ενοικιάσω και τους επάνω ορόφους, αλλά αρνήθηκαν. Μπήκαν μέσα οι Ρομά (σ.σ.: Το μαγαζί της ήταν στο ισόγειο), τα διέλυσαν όλα και με τη βροχή σάπισε το κτίριο. Έτσι, έκρινε η Πολεοδομία ότι έπρεπε να φύγω. Εκτός από αυτό, άρχισαν να μου κάνουν και μηνύσεις γιατί έφυγα και μου ζητούν και 30.000 ως αποζημίωση. Αυτό είναι τελείως τρελό!», διηγείται η ίδια. «Πάντως, δεν έχω πια μαγαζιά. Είχα σχέδια για τον χειμώνα να ανοίγαμε ένα μαγαζί, αλά παλαιά, μαζί με τον κ. Θεοφίλου, που έχει τον "Μαγεμένο Αυλό". Δηλαδή, θα είχε κοπέλες με μπαλόνια, που θα τα σπάνε οι πελάτες, να κάνουμε μια κατάσταση που να θυμίζει τα παλιά, καλά χρόνια, που εσείς οι νεότεροι δεν τα ζήσατε. Τελικά, ήρθε ο κορονοϊός... Ίσως το προσπαθήσουμε για φέτος τον χειμώνα». Αναπολώντας το χθες, παραδέχεται πως έζησε μια λαμπερή ζωή. «Ξεκίνησα από τη Σχολή του Ροντήρη. Μαζί του ταξιδέψαμε σε όλο τον κόσμο. Είδαμε ανθρώπους και ζήσαμε ονειρεμένα. Τέτοια ζωή δεν θα τη ζούσαμε ούτε στα παραμύθια. Γνώρισα τη βασίλισσα Τζουλιάνα της Ολλανδίας, που μας έκανε δεξίωση, την Γκαλίνα Ουλάνοβα στη Ρωσία, τον Τζερκάσοφ, τον Ουρμπάνσκι στο Λος Άντζελες, τον Νατ Κινγκ Κόουλ, τον Φρανκ Σινάτρα. βρεθήκαμε στην Αμερική, που ήταν μια εντελώς καταναλωτική κοινωνία! Καταλαβαίνετε πώς αισθανόμασταν. Ακόμα και στην Ιταλία -ήμουν περίπου 19 χρονών-, πήγα σε αυτά τα τεράστια μαγαζιά, που εμείς στην Ελλάδα δεν είχαμε. Ξαφνικά, είδα μπροστά μου ένα βουνό με σαπούνια και τρελάθηκα. Τα πήρα όλα, σε σημείο να γεμίσω μια βαλίτσα σαπούνια. Τρελά πράγματα (γέλια)! Τώρα το καταλαβαίνω πόσο λαμπερή ήταν η ζωή μου τότε και πόσο μουντή είναι σήμερα», αναφέρει.
Στον κινηματογράφο η Ελένη Ρόδα είχε ένα φίλο, τον Μπακ-Μπακ, που ήταν σπουδαίος παραγωγός της Φίνος Φιλμ. Εκείνος την πήρε και έπαιξε στο φιλμ «Τρούμπα 67», ενώ είχε προηγηθεί ένας μικρός ρόλος στην «Αστέρω» του Ντίνου Δημόπουλου. «Μου είχε πει "έλα να παίξεις ένα ρολάκι. Τότε μόλις είχα μπει στη σχολή, ήμουν στο πρώτο έτος. Αμέσως μετά με πήρε ένας φίλος που ήταν εκεί και μας έκανε κινηματογράφο και με πήγε να παίξω σε ένα φιλμ, το "Διαβόλου κάλτσα" με τον Σταυρίδη, κι έπαιξα κι εκεί ένα ρολάκι. Από εκεί και πέρα άρχισα να τραγουδάω πια με τον Μίκη Θεοδωράκη το 1966. Κι έτσι άρχισε η καριέρα μου ως τραγουδίστριας. Ήταν η εποχή της ακμής των μπουζουκιών, όταν υπήρχαν πολύ λίγα κέντρα και πολύ λίγοι τραγουδιστές. Δεν υπήρχε τότε αυτή η πληθώρα των τραγουδιστών που υπάρχει σήμερα», λέει.
«Όταν τραγουδούσα στη "Νεράι-5α", έρχονταν άνθρωποι με πολλά χρήματα, εφοπλιστές, βιομήχανοι, μεγάλοι επιχειρηματίες. Ήταν καθημερινοί πελάτες.· Είχαμε γίνει μια μεγάλη συντροφιά. Μετά δούλεψα με τον Ζαμπέτα, πήγαμε στο εξωτερικό, πήγαμε στον σάχη της Περσίας, στον χορό των εφοπλιστών στο Λονδίνο πολλές φορές... Πήγαμε Ελβετία, Βερολίνο. Μετά πήγα με τον Μητροπάνο στο Μόναχο... Όμορφα χρόνια».