Θανάσης Παπαγεωργίου: Επιδίωξα να πάω σε μια κηδεία στη Ριτσώνα γιατί θέλω να αποτεφρωθώ
Στον «Πατέρα μου» ο Θανάσης Παπαγεωργίου είναι ο ηλικιωμένος Αντρέ που πάσχει από άνοια. Το έργο του Φλοριάν Ζελέρ (Florian Zeller, 1979), που έχει γνωρίσει παγκόσμια επιτυχία στη σκηνή και στη μεγάλη οθόνη, μας φέρνει αντιμέτωπους με τη σκληρή αλήθεια μιας ασθένειας που παίζει με το μυαλό μας.
Κι αυτές τις διαδρομές θέλει να εξερευνήσει ο σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής με την παράσταση και την εξαιρετική ερμηνεία που καταθέτει στο θέατρο Στοά.
Τι σας οδήγησε στον «Πατέρα»;
«Εχω μια περιέργεια μ’ αυτή την ασθένεια, τι συμβαίνει στον άνθρωπο όταν αρχίσει και χάνεται. Μίλησα με διάφορους φίλους γιατρούς να μου πουν τι συμβαίνει στον οργανισμό. Δεν ήξεραν και ούτε νομίζω ότι θα μάθουν ποτέ. Ηθελα να καταλάβω. Είχα τη μάνα μου, 4-5 χρόνια με άνοια. Με ιντριγκάρει τι μπορεί να συμβαίνει μέσα στο μυαλό. Και επειδή η δουλειά που κάνουμε είναι μαγική, πήγα ψάχνοντας».
Και καταλάβατε;
«Υποψιάζομαι τι μπορεί να συμβαίνει. Υπάρχουν κάποιες αναλαμπές που είναι σαν σεισμικές δονήσεις, όπου συνειδητοποιούν τι γίνεται και το χάνουν πάλι. Αυτή η σεισμική δόνηση πρέπει να είναι πολλά ρίχτερ και πάρα πολύ οδυνηρή. Ολο αυτό μ’ ενδιαφέρει και σαν άνθρωπο και σαν ηθοποιό – όχι ηλικιακά. Απλώς τώρα έχω και την πείρα και την ηλικία για να καταπιαστώ με αυτό το θέμα. Επιπλέον, λες ότι μπορεί να είμαι στα πρόθυρα να το πάθω».
Πώς δουλέψατε τον ρόλο;
«Στήριξα πολύ τον ρόλο στο χάσιμο, στο να χαθείς, κάτι που δεν είναι δύσκολο για μένα, έχοντας τον απόλυτο έλεγχο. Το στήριξα εκεί και όταν τα βρήκα, μπόρεσα να στηρίξω και τις άλλες του καταστάσεις. Γιατί συνεχώς πάει κι έρχεται όλο αυτό, σαν μετρονόμος, απ’ το καλό στο κακό, απ’ το είμαι στο δεν είμαι. Ετσι ξεκίνησα, έτσι το δούλεψα. Στις πρόβες, τα παιδιά νόμιζαν ότι δεν θυμάμαι τα λόγια μου. Κάπως έτσι είναι και τώρα στην παράσταση. Τα “σεντόνια” που παθαίνουμε εμείς οι ηθοποιοί επί σκηνής δεν απέχουν πολύ από αυτό που του συμβαίνει».
Ο Αντρέ είναι κοντά στον θάνατο. Σας δυσκολεύει το θέμα ή σας εξοικειώνει;
«Είμαι πάρα πολύ εξοικειωμένος με την ιδέα του θανάτου, δεν έχω κανένα πρόβλημα μ’ αυτό. Δεν τρομάζω. Επιδίωξα να πάω σε μια κηδεία στη Ριτσώνα για να δω πώς είναι – γιατί θέλω να αποτεφρωθώ. Δεν φοβάμαι τη στιγμή που θα έρθει. Δεν θέλω την ταλαιπωρία, αλλά ο ίδιος ο θάνατος είναι κάτι πολύ απλό αν το σκεφτείς. Κι αυτή η παράσταση λειτουργεί σαν εξοικείωση ακόμα πιο κοντινή, πιο γρήγορη».
Πιστεύετε ότι έχει να κάνει με το γεγονός ότι νιώθετε χορτάτος;
«Μ’ έχει απασχολήσει αυτό το ερώτημα απ’ την πλευρά τού τι νιώθουν, τι αισθάνονται ή τι εννοούν οι άνθρωποι όταν λένε ότι φοβούνται τον θάνατο. Δηλαδή τι φοβάσαι από τον θάνατο; Την αρρώστια φυσικά, το καταλαβαίνω, αλλά αν αύριο δεν ξυπνήσεις, τι φοβάσαι; Ποιος σου είπε ότι όταν θα κοιμηθείς θα ξυπνήσεις ή όταν μπεις σε μια εγχείρηση, θα βγεις; Άρα τι φοβάσαι;».
Πηγή Το Βήμα